Σκηνοθεσία: Rodrigo Garcia, Σενάριο: Glenn Close, John Banville, Μουσική: Brian Byrne, Φωτογραφία: Michael McDonough, Πρωταγωνιστούν: Glenn Close, Antonia Campbell Hughes, Mia Wasikowska, Διάρκεια: 113’, Διανομή: Seven Films

Η ταινία τοποθετείται στην Ιρλανδία του  19ου αιώνα και επικεντρώνεται στην ιστορία του χαρακτήρα που φέρει το όνομα ΄Αλμπερτ Νομπς, μιας γυναίκας που υποδύεται τον άντρα, προκειμένου να εργάζεται ως μπάτλερ σε ξενοδοχείο του Δουβλίνου. Ο ΄Αλμπερτ που κρατά το επτασφράγιστο μυστικό του για παραπάνω από δύο δεκαετίες, διανύει φιλήσυχα την ζωή του αποταμιεύοντας με στωικότητα τις αμοιβές του, ώσπου η απροσδόκητη άφιξη ενός ζωγράφου στο ξενοδοχείο τον οδηγεί στο να του αποκαλύψει το πρωτοφανές μυστικό του και να οικοδομήσει μαζί του μια στενή σχέση. Παράλληλα, εκφράζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την όμορφη καμαριέρα του ξενοδοχείου, ΄Ελεν, στην οποία εκμυστηρεύεται τα μελλοντικά του σχέδια. Καθώς όμως η ΄Ελεν είναι δεσμευμένη με τον πονηρό και τυχοδιώκτη τεχνίτη του ξενοδοχείου Τζο, σφοδρές συγκρούσεις προκύπτουν που θέτουν υπό αίρεση τα όνειρα του ΄Αλμπερτ.

Αναμφίβολα, το ιδιαίτερο θέμα που πραγματεύεται η ταινία του Ροντρίγκο Γκαρσία κεντρίζει εξ αρχής τον θεατή. Συγκεκριμένα, η ταινία προβάλλει με τρόπο περίτεχνο και γραφικό τα ήθη, τις συμπεριφορές και τις αντιλήψεις που επικρατούν στην ιρλανδέζικη κοινωνία του 19ου αιώνα υποστηριζόμενη από την εξαιρετική σκηνογραφία, το μακιγιάζ των ηθοποιών- με προεξέχουσα τη μεταμφίεση της Γκλεν Κλόουζ- και τους φωτισμούς που κατορθώνουν να μας εισάγουν στην ατμόσφαιρα της εποχής. Το κατά γενικήν ομολογία δυνατό χαρτί της εν λόγω ταινίας είναι η σπουδαία ηθοποιός που ακούει στο όνομα Γκλεν Κλόουζ. Είναι συναρπαστικό το πώς κατορθώνει να προσεγγίσει με τέτοιο βάθος το ρόλο μιας γυναίκας που υποδύεται τον άντρα, συνθήκη εκ των πραγμάτων περίπλοκη για μια  ηθοποιό. Συνάμα, η ερμηνεία της Γκλεν Κλόουζ πλαισιώνεται από επίσης αξιόλογες ερμηνείες όπως αυτή της Μία Γουασικόφσκα και του ΄Ααρον Τζόνσον. Εντούτοις, η πορεία της αφήγησης αφήνει στο θεατή ορισμένα ερωτηματικά για την συμπεριφορά και τις ενέργειες των χαρακτήρων. Ακόμη, καθώς εξελίσσεται η ροή της ταινίας αποκτούμε ορισμένες φορές την εντύπωση ότι η μάλλον ακαδημαϊκή σκηνοθετική προσέγγιση του Γκαρσία δεν συνάδει με τις δυνατές συγκρούσεις που διαδραματίζονται μπροστά μας.

Εν κατακλείδι, η ταινία κατορθώνει να παρασύρει το θεατή στα ήθη και το ποιόν της Ιρλανδίας του 1900 στηριζόμενη κυρίως στις στιβαρές ερμηνείες και το έξοχο στήσιμό της, όμως σε κανένα σημείο από τα 113 λεπτά της δεν «απογειώνεται» προκειμένου να χαρίσει στο θεατή την συγκίνηση που θα πρόσφερε ένα κινηματογραφικό αριστούργημα.

Π. Ταγκ.