Σκηνοθεσία: Μπάμπης Μακρίδης, Σενάριο: Μπάμπης Μακρίδης, Ευθύμης Φιλίππου, Μουσική: Coti K, Φωτογραφία: Θύμιος Μπακατάκης, Πρωταγωνιστούν: Άρης Σερβετάλης, Μάκης Παπαδημητρίου, Ελευθέριος Ματθαίου, Νότα Τσερνιάφσκυ, Γιάννης Μποσταντζόγλου, Διάρκεια: 87', Διανομή: Feelgood.

Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ένας σαραντάρης ο οποίος ζει μέσα στο αυτοκίνητό του. Εκεί είναι το σπίτι του εκεί και ο χώρος εργασίας του. Εκεί συναντά την οικογένειά του, εκεί μέσα ψυχαγωγείται. Βιοπορίζεται φέρνοντας μέλι, το καλύτερο, μέλι, σε έναν πελάτη του. Μετά από κάποιο συμβάν, αποτυγχάνει να είναι συνεπής σε μια παράδοση με αποτέλεσμα να χάσει τον πελάτη. Το γεγονός αυτό τον ταράζει συθέμελα κι επακολούθωςαλλάζει άρδην τον τρόπο ζωής και τα πιστεύω του.
Μέσα από μια προσχηματική υπόθεση το σενάριο των Μακρίδη και Φιλίππου κυριολεκτικά αποδομεί τους θεμελιώθεις θεσμούς της σύγχρονης κοινωνίας. Την οικογένεια, την εργασία, ως μέσο βιοπορισμού, το λόγο ως μέσο επικοινωνίας. Ακόμη και αυτή η τέχνη αποδομείται μέσω μιας παραμορφωμένης ερμηνείας της σονάτας "Υπό το Σεληνόφως" του Μπετόβεν. Για τη δε λογική, ούτε λόγος να γίνεται. Αυτή πέφτει τραγικό θύμα των προθέσεων του σκηνοθέτη. Σαν τα τροχαία ατυχήματα που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του φιλμ. Μια ιδιαίτερα αλλόκοτη ταινία, με flat ερμηνείες. Δηλαδή ανύπαρκτες. Η φωτογραφία είναι εντελώς διεκπεραιωτική, ενώ η μουσική αποτελείται από δυο-τρία τραγούδια a capela με στίχους που θυμίζουν διαλόγους από θέατρο του παραλόγου. Τα πλάνα στατικά. Παρακολουθώντας την ταινία θυμήθηκα άλλη μια που είχε επίσης μόνο στατικά πλάνα. Τον Μπάρρυ Λύντον του Στάνλεϋ Κιούμπρικ. Θα μου πείτε τι σχέση έχει ο φάντης με το ρετσινόλαδο και θα έχετε δίκηο. Το παρήγορο και αυτό που σώζει κάπως τον σκηνοθέτη είναι ότι προφανέστατα ούτε ο ίδιος δεν παίρνει στα σοβαρά την ταινία του. Για να καταλάβετε μέχρι και χορικό των μηχανόβιων υπάρχει μέσα! Και μάλιστα της σχολής Ροντήρη, με το πομπώδες, επικό ύφος. Στα θετικά της, το μόνο δηλαδή, η αρκετά ολοκληρωμένη  αισθητική των κάδρων. Σίγουρα θα θέλαμε να δούμε μια ταινία πιο ώριμη, κατασταλαγμένη και που εν πάσει περιπτώσει να φαίνεται ότι ο δημιουργός της την παίρνει στα σοβαρά και δεν το κάνει μόνο για να δώσει ένα θέμα συζήτησης στις παρέες των σινεφίλ που θα έχουν την τύχη (sic)  να την παρακολουθήσουν. Το βέβαιο είναι ότι σίγουρα ο Μακρίδης έχει πράγματα να πει κι αυτό είναι θετικό. Ο ελληνικός κινηματογράφος έχει ανάγκη από νέο αίμα που θα του δώσει ώθηση και κυρίως που να καταφέρει να πλησιάσει το κοινό. Θα πρέπει όμως να βρεθεί ο κατάλληλος κώδικας επικοινωνίας. Δυστυχώς στην προκειμένη περίπτωση αυτό δεν επετεύχθη.

Π. Μακ.