J.A.C.E.
Κινηματογράφος

Σκηνοθεσία: Μενέλαος Καραμαγγιώλης, Σενάριο: Μενέλαος Καραμαγγιώλης, Νικόλας Πανουτσόπουλος, Μουσική: Χρήστος Δεληγιάννης, Φωτογραφία: Γιώργος Φρέντζος, Επαμεινώνδας Ζαφείρης, Πρωταγωνιστούν: Alban Ukaj, Στεφανία Γουλιώτη, Αργύρης Ξάφης, Διάρκεια: 142', Διανομή:

Η καινούρια ταινία του Μενέλαου Καραμαγγιώλη αφηγείται την οδύσσεια του J.A.C.E., ενός ανθρώπου που στερείται ταυτότητας, πατρίδας και οικογένειας. Η ιστορία του ξεκινά από το Αργυρόκαστρο της Αλβανίας δύο δεκαετίες πίσω, όπου βλέπει τον πατέρα του να δολοφονείται και τον ίδιο να γίνεται θύμα ενός κυκλώματος εκμετάλλευσης μεταναστών. Έκτοτε, η ζωή του θα είναι μια περιπλάνηση, μέσα σε γεγονότα και καταστάσεις που θα μπορούσαν να αποτελούν ένα ψηφιδωτό της σύγχρονης Ελλάδας. Θα βρει «άσυλο» στις εγκαταστάσεις ενός τσίρκου. Είναι εκεί όπου θα ταυτιστεί με τους ορφανούς και γι’ αυτό αποπροσανατολισμένους ελέφαντες (εξ ου και ο τίτλος της ταινίας Just Another Confused Elephant). Αυτοεξορισμένος στην σιωπή του, θα επιχειρήσει να βρει διαφυγή στον έρωτα και στο νήμα που τον συνδέει με το παρελθόν του.

Το πρώτο στοιχείο που μας κεντρίζει στο J.A.C.E. είναι η ιδιαιτερότητα  της αφήγησης της ταινίας. Ο αφηγηματικός χρόνος της ταινίας προσεγγίζει τις δύο δεκαετίες, καθώς εκτυλίσσεται μπροστά μας το κουβάρι της ιστορίας του πολύπαθου  J.A.C.E. από το ξεκίνημά της οδύσσειάς του. Πρόκειται για μια αφήγηση, οργανωμένη σε κεφάλαια ενός βιβλίου, που μας παραπέμπει σε έναν κινηματογράφο αλλοτινό ως προς την περιγραφή της ιστορίας. Μάλιστα, σε κάμποσα σημεία της ταινίας βλέπουμε μια κινηματογραφική αφηγηματική τεχνική που εισήγαγε λαμπρά κυρίως ο Θ. Αγγελόπουλος στο παγκόσμιο σινεμά με το Θίασο: Στην ίδια σεκάνς, ακόμη και στο ίδιο πλάνο, η συνέχεια του χρόνου διασπάται και περνάμε σε πρωθύστερα γεγονότα. Η ταινία αποτελεί, λοιπόν, ταυτόχρονα και μια αναδρομική ματιά της Ελλάδας των δύο τελευταίων δεκαετιών μέσα από τα μάτια του αινιγματικού J.A.C.E .  Ενός χαρακτήρα χωρίς ταυτότητα και μιλιά, ενός «Ξένου» που έχει για μόνο του στήριγμα τις λιγοστές παιδικές του αναμνήσεις. Και μέσω αυτού του χαρακτήρα, μπορούμε να προσδιορίσουμε την ταινία και ως μια ψυχολογική μελέτη πάνω στην συμπεριφορά του  J.A.C.E . Η Ιωάννα Καρυστιάνη είχε γράψει στα Σακιά πως: «Όσα δε λέγονται δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν κιόλας. Ο καθείς δίνει κι έναν αγώνα σιωπής.» Θεωρώ ότι η ταινία αποδίδει έξοχα τα παραπάνω λεγόμενα. Και εδώ φυσικά οφείλουμε να εξαίρουμε την ερμηνεία του  Alban Ukaj στον απαιτητικό, πρωταγωνιστικό ρόλο καθώς και τις υπόλοιπες αξιόλογες ερμηνείες, με ξεχωριστή κατά την γνώμη μου εκείνη του Ιερώνυμου Καλετσάνου.

Ακόμη, πρόκειται για μια ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα στιβαρή παραγωγή, ενώ διακρίνεται η πολύ συντονισμένη και αφοσιωμένη προσπάθεια στην κινηματογράφηση της ταινίας. Προϊούσης της ταινίας, παρατηρούμε μια πολύ δομημένη κινηματογράφηση, ένα ντεκουπάζ το οποίο αποπνέει έναν σταθερό και ήρεμο ρυθμό που αφουγκράζεται τον ευαίσθητο ψυχισμό των χαρακτήρων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικές οι ήρεμες κινήσεις της κάμερας σε «ανοιχτά» κάδρα εσωτερικών σκηνών, υπό ιδιαίτερο, υποβλητικό φωτισμό.

Στον αντίποδα, πιθανολογώ ότι η ταινία θα φανεί «δύσκολη» σε ένα μέρος του κοινού. Και τούτο, διότι αποκτούμε την εντύπωση ότι στην αφήγηση της ταινίας υπάρχουν πολλαπλά σημεία εστίασης. Ένα είναι η περιπλάνηση του J.A.C.E. από το Αργυρόκαστρο στην Ελλάδα, ένα δεύτερο οι μέρες του στο τσίρκο και όλες οι συγκρουσιακές του συναντήσεις. Το γεγονός ότι η ιστορία του J.A.C.E. θα μπορούσε κάλλιστα να αναπτυχθεί σε παραπάνω από μία ταινίες απαιτεί τη διαρκή συγκέντρωση και αφοσίωση του θεατή.

Συνοψίζοντας, αισθάνομαι ότι το J.A.C.E. του Μ. Καραμαγγιώλη, μια ταινία που μοιράζεται ανάμεσα στην εσωστρεφή ματιά της και τον κοινωνικό προβληματισμό, είναι μια αξιόλογη προσπάθεια που έχει να μας εκφράσει μια άποψη και αρκετοί από τους θεατές της θα βρουν μια προσωπική «σύνδεσή» τους με την ταινία.

Π. Ταγκ.


Page 2 of 2
<< Start < Prev 1 2 Next > End >>