Ημερολογιακό Αρχείο
< May 2024 >
Mon Tue Wed Thu Fri Sat Sun
    1 2 3 4 5
6 7 8 9 10 11 12
13 14 15 16 17 18 19
20 21 22 23 24 25 26
27 28 29 30 31    

Σκηνοθεσία: Peter Hedges, Σενάριο: Peter Hedges, Φωτογραφία: , Μουσική: , Πρωταγωνιστούν: Jennifer Garner, Joel Edgerton, Cj Adams, Διάρκεια: 105', Διανομή:


Έχοντας δυσμενή νέα από τα τεστ γονιμότητας που πραγματοποιούν, η Σίντυ και ο Τζιμ Γκριν προσπαθούν να θάψουν τα χαμένα όνειρα της απόκτησης ενός παιδιού, καταγράφοντας όλα τα ιδανικά γνωρίσματα που θα έφερε το παιδί τους και θάβοντάς τα σ’ ένα κουτί στον κήπο του σπιτιού. Κατόπιν μιας τρομερής καταιγίδας τα μεσάνυχτα, το ζευγάρι αντικρύζει έκπληκτο στην κουζίνα ένα παιδί που τους απευθύνεται σα να είναι οι γονείς του και έχει την ιδιότητα του να μεγαλώνουν φύλλα από τα πόδια του. Η σχέση που θα αποκτήσουν ο Τζιμ και η Σίντυ με το θεόσταλτο παιδί θα είναι αφάνταστα διδακτική για την συμπεριφορά τους.

Η ταινία αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση για το πώς ο κινηματογράφος της απέναντι πλευράς του Ατλαντικού επιδίδεται με τρόπο αφελή και άστοχο στην ηθικολογία. Αποστασιοποιημένος από τις συνθήκες της πραγματικής ζωής και με πρόσχημα ένα μεταφυσικό ευφυολόγημα, ο «ποιητής» αναλαμβάνει να μας μιλήσει με τρόπο γλυκανάλατο για τη διαφορετικότητα στην κοινωνία και την στάση μας απέναντι σε αυτήν. Αποτέλεσμα: μια ταινία που δεν προκαλεί ούτε το ενδιαφέρον των μικρών φίλων, μιας και στερείται παντελώς της μαγικής ατμόσφαιρας στην οποία μας έχει συνηθίσει η Disney, αλλά ούτε το ενδιαφέρον των μεγάλων (τουλάχιστον ευρωπαίων) μιας και η προβληματική της ταινίας είναι εντελώς ανεδαφική.

Πρόκειται για μια ταινία που μάλλον προορίζεται για το πρόγραμμα της τηλεόρασης κάποιου μελαγχολικού κυριακάτικου απογεύματος και είναι κατά τέτοιο βαθμό αδιάφορη, που δεν αξίζει ιδιαίτερα την προσοχή μας. 

Π. Ταγκ.

 

Σκηνοθεσία: Sam Mendes, Σενάριο: Neal Purvis, Robert Waite, Φωτογραφία: Roger Deakins, Μουσική: Thomas Newman, Πρωταγωνσιστούν: Daniel Craig, Javier Bardem, Naomie Harris, Διάρκεια: 143', Διανομή: Feelgood

Μετά από μια επιχείρηση-φιάσκο στην Κωνσταντινούπολη, ο πράκτορας 007 σε μια καταδίωξη σώμα με σώμα πυροβολείται από λάθος συναδέλφου και, εφεξής, θεωρείται νεκρός. Αυτό έχει ως συνέπεια την συνεχή διαρροή της ταυτότητας βρετανών πρακτόρων. Ιδιαίτερα μάλιστα μετά από μια τρομοκρατική επίθεση εις βάρος του αρχηγείου της ΜΙ6, η επικεφαλής Μ κάθεται στο εδώλιο για να απολογηθεί για τη διαχείριση της κατάστασης έναντι των αρχών. Σε εκείνη ακριβώς την στιγμή που η καριέρα της Μ φαίνεται να εκτελεί το κύκνειο άσμα της, επανεμφανίζεται ο εικαζόμενος ως νεκρός Τζέιμς Μποντ. Η Μ θα τον επαναφέρει στα καθήκοντά του παρότι ο τραυματισμός του τον έχει εμφανώς καταβάλλει, προκειμένου να ακολουθήσει τα χνάρια ενός επικίνδυνου κακοποιού μέχρι και στη Νότια Κινεζική Θάλασσα. Αντιμέτωπος με αυτόν, ο Μποντ θα έρθει σε επαφή με πρωτοφανή μυστικά για το παρελθόν της Μ.

Αναμφίβολα, το στοιχείο που κάνει ιδιαίτερη την καινούρια ταινία της θρυλικής κινηματογραφικής σειράς, είναι η παρουσία του Σαμ Μέντες στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Η εισαγωγή της ταινίας μας προετοιμάζει για μια έξοχη σκηνοθεσία. Μια δεκαπεντάλεπτη σεκάνς καταδίωξης με πολύ σφιχτό μοντάζ-ντεκουπάζ και εντυπωσιακό ρυθμό που καταλήγει στην εκκίνηση της αφήγησης της ταινίας. Πράγματι, η συνέχεια σκηνοθετικά θα είναι αντάξια. Σκοτεινή ατμόσφαιρα όπου αυτό είναι αναγκαίο, άψογα κινηματογραφημένη δράση, άρτιο ρεπεράζ και συνοχή προσδίδουν ένα ιδιαίτερο σκηνοθετικό ύφος στο Skyfall. Και στη βάση αυτού, ένα καλογραμμένο σενάριο που στις συνολικά δυόμιση ώρες της ταινίας «χτίζει» την ιστορία, κορυφώνεται και δεν κάνει κοιλιά. Στους πολύ μεστούς διαλόγους να προσθέσουμε και το πόσο όμορφα δένει η αναφορά της ταινίας στις διαχρονικές σταθερές της σειράς αλλά και την τολμηρή μεν, επιτυχή δε επιλογή του Μπεν Γουίσοου στο ρόλο του Q. Τέλος, δεν μπορούμε να μην εκθειάσουμε τον απολαυστικό Χαβιέ Μπαρδέμ στο ρόλο του κακού, ο οποίος μας αποκαλύπτει μια ακόμη πτυχή του πολυσχιδούς του ταλέντου.

Εν κατακλείδι, το Skyfall αποτελεί κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντος την καλύτερη ταινία της σειράς που έχει γυριστεί εδώ και αρκετά χρόνια.

Π. Ταγκ.

 

Σκηνοθεσία: Banksy, Μουσική: Roni Size, Πρωταγωνιστούν: Banksy, Space Invader, Mr Brainwash, Διάρκεια: 87', Διανομή:  Videorama


Το εν λόγω ντοκιμαντέρ δεν θα είχε πάρει ποτέ σάρκα και οστά αν ο εκκεντρικός Γάλλος Τιερί ή Brainwash όπως έμελλε να γίνει γνωστός στον χώρο της street art, δεν είχε την έμπνευση να κινηματογραφεί επί σειρά ετών άπειρο υλικό από την καθημερινή ζωή καλλιτεχνών του γκράφιτι. Φλογερός του πόθος να συναντήσει και να καταγράψει το έργο του Μπάνκσι, του καλλιτέχνη-φαντάσματος που έγινε παγκοσμίως γνωστός για τα γκράφιτι του στις πλέον δυσπρόσιτες γωνιές του κόσμου, όπως στο διαχωριστικό τείχος της Δυτικής Όχθης στην Παλαιστίνη. Στο ντοκιμαντέρ αυτό παρουσιάζεται επίσης η πορεία και το έργο διαφόρων street artists όπως ο Σέπαρντ Φέρι, ο Ινβέιντερ και πολλών άλλων που συνετέλεσαν στην ανάπτυξη ενός ιδιαίτερου κινήματος.

Το Exit through the gift shop είναι ένα πολύ ξεχωριστό ντοκιμαντέρ, καθώς ούτε λίγο ούτε πολύ καταγράφει το παρόν της γένεσης ενός κινήματος, αυτού της τέχνης του δρόμου. Ένα κίνημα, που ακόμα και για αυτούς που το μέμφονται για την παραβατικότητά του, έχει μια ιδιαίτερη δυναμική στον τρόπο που αντιμετωπίζει την τέχνη, εκφράζοντας συνάμα μια  πολιτική άποψη, άρα εκ των πραγμάτων αποτελεί αντικείμενο μελέτης. Επειδή ακριβώς το ντοκιμαντέρ καταγράφει την γένεση αυτού του κινήματος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι λειτουργεί και εν είδει «καταστατικού» του. Άλλο ένα εξαιρετικό σημείο που εκθέτει το ντοκιμαντέρ είναι η άποψη αυτού του κινήματος πάνω στην σχέση της «συμβατικής» τέχνης με τους μηχανισμούς προώθησής της και την εξάρτησή της από τα media. Η street art επιδιώκει να παρακάμψει αυτή την οδό και να έρθει σε επαφή με το κοινό άμεσα, σε δημόσια θέα. Όμως, όπως καταδεικνύεται και από το ντοκιμαντέρ, η δημοτικότητά του γιγαντώνεται ακριβώς από το ενδιαφέρον των media και μάλιστα δε διστάζει να μπει στο μεγάλο χρηματιστήριο της τέχνης. Βλέπουμε, δηλαδή, την πορεία μιας τέχνης που αναδεικνύεται ακριβώς από τις πηγές εκείνες στις οποίες στρέφει τα βέλη της.

Κλείνοντας, το Exit through the gift shop είναι μια μελέτη για την street art που διεισδύει στην πραγματική ιστορία των γεγονότων, και, θέτει μείζονα ερωτήματα για την σχέση καλλιτέχνη-μέσου-προώθησης.

Π. Ταγκ.

 

Σκηνοθεσία: Laurent Tirard, Σενάριο: Laurent Tirard, Gregoire Vigneron, Φωτογραφία: Catherine Pujol, Denis Rouden, Μουσική: Kalus Badelt, Πρωταγωνιστούν: Gerard Depardieu, Edouard Baer, Guillaume Gallienne, Catherine Deneuve, Διάρκεια: 110', Διανομή: Odeon

Βρισκόμαστε στο 50 π.Χ. και ο Καίσαρας είναι διψασμένος για κατακτήσεις  και, συνάμα, αποφασισμένος να κατακτήσει το νησί που βρίσκεται στα όρια του τότε γνωστού κόσμου, τη μυστηριώδη αυτή χώρα που ακούει στο όνομα Βρετανία. Η νίκη είναι γρήγορη, άμεση και σχεδόν… καθολική. Μόνο το μικρό χωριό Μπρετόν αντιστέκεται ακόμη, όμως οι αντοχές του στερεύουν. Η βασίλισσα του χωριού αποφασίζει να στείλει τον Ομορφοθώραξ στην Γαλατία για να ζητήσει βοήθεια από τους κατοίκους ενός χωριού που φημίζονται για την σθεναρή τους αντίσταση ενάντια στους Ρωμαίους. Στο χωριό, ο Αστερίξ και ο Οβελίξ είναι απασχολημένοι με τον Γκουντουρίξ, τον ανιψιό του αρχηγού του χωριού,  έχοντας αναλάβει… να τον ανδρώσουν. Στην έκκληση του Ομορφοθώραξ για βοήθεια, θα του παρέχουν ένα βαρέλι με μαγικό φίλτρο και θα τον συνοδέψουν, καθώς η περιπέτεια αυτή αποτελεί μια έξοχη ευκαιρία για την εκπαίδευση του Γκουντουρίξ.

Η ταινία του Λορέν Τιράρ είναι σίγουρα διασκεδαστική και, αν μη τι άλλο, θα ικανοποιήσει μικρούς και-γιατί όχι- και μεγάλους. Με πολύ εντυπωσιακά σκηνικά και ακριβή, καλοστημένη παραγωγή επιτυγχάνει να μας εισάγει στο παραμυθιακό κλίμα των κατορθωμάτων των Γαλατών και, συνάμα, με ιδιαιτέρως ευφυείς διαλόγους να διακωμωδήσει τις αλλόκοτες συνήθειες των  Βρετανών και να καυτηριάσει θέματα όπως η μετανάστευση και η διαφθορά που άπτονται άμεσα του σύγχρονου βίου. Απολαυστικός ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ στον γκροτέσκ ρόλο του Οβελίξ, γοητευτικός ο Εντουάρ Μπαέρ στο ρόλο του Αστερίξ αποπνέοντας όμως κάτι περισσότερο ρεαλιστικό από αυτό που αρμόζει στο ρόλο.

Αναμφίβολα, μια κινηματογραφική απόδοση δεν μπορεί να ικανοποιήσει απόλυτα τους φανατικούς λάτρεις των κόμιξ, μιας και σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει ταύτιση των δύο αυτών μέσων, όμως η εν λόγω ταινία αποτελεί την πιο φινετσάτη κινηματογραφική μεταφορά εν σχέσει με τις προηγούμενες.

Π. Ταγκ.

 

Σκηνοθεσία: Christian Petzold, Σενάριο: Christian Petzold, Harun Farocki, Φωτογραφία: , Μουσική: , Πρωταγωνιστούν: Nina Hoss, Ronald Zehrfeld, Reiner Bock, Διάρκεια: 105', Διανομή: SEVEN Films,


Στην Ανατολική Γερμανία του 1980,  η γιατρός Μπάρμπαρα εκτοπίζεται για πειθαρχικούς λόγους σε ένα μικρό νοσοκομείο κοντά στη Βαλτική Θάλασσα, έχοντας κάνει επίσημα αίτηση να εγκαταλείψει την χώρα. Κατ’ ουσίαν έχοντας θέσει τέλος στην καριέρα της, βρίσκεται σ’ ένα παιδιατρικό χειρουργείο, επικεφαλής του οποίου είναι ο Αντρέ Ράιζερ. Καθώς η Στάζι παρακολουθεί πολύ προσεκτικά τις κινήσεις της, η σχέση της Μπάρμπαρα με τον Αντρέ ξεκινά από την απόλυτη ψυχρότητα, μέχρι σταδιακά να διαπιστωθεί πως ο Αντρέ κάθε άλλο είναι παρά ένας αμείλικτος υπηρέτης της απάνθρωπης εξουσίας. Παράλληλα, η Μπάρμπαρα θα συνεισφέρει μέχρις εσχάτων ώστε να γλυτώσει τη νεαρή Στέλλα από τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας που τις έχουν επιβληθεί.

Η ταινία του Κρίστιαν Πέτζολντ αποτελεί μια ηθογραφική εξιστόρηση των συνθηκών της Ανατολικής Γερμανίας του 1980 που επιτυγχάνει να παρουσιάσει δύο συγκλίνουσες, μεν, αλλά διαφορετικές φιγούρες: Την Μπάρμπαρα, μια ασυμβίβαστη, ψυχρή και απότομη γιατρό που μέσα από τον τραχύ της χαρακτήρα διακρίνεται ένα αγωνιστικό και ανθρωπιστικό πνεύμα και τον Αντρέ, έναν ευγενή και αλληλέγγυο γιατρό που, όμως, εκ των συνθηκών εξωθήθηκε στον συμβιβασμό με το πολιτικό κατεστημένο. Σε πρώτο επίπεδο και στη βάση πολύ μεστών ερμηνειών, η ταινία σε κεντρίζει παρουσιάζοντας έξοχα την εξέλιξη των χαρακτήρων. Στα προτερήματα της ταινίας πιστώνεται, ακόμη, και η εξαιρετική φωτογραφία. Τραβηγμένη με φιλμ, η ταινία μεταφέρει απόλυτα τον θεατή στο κλίμα της εποχής, αν συνυπολογίσουμε και το άρτιο ρεπεράζ (επιλογή των χώρων) καθώς και την απεικόνιση της τεχνολογίας της εποχής. Στον αντίποδα, η ταινία χωλαίνει στο ρυθμό. Προϊούσης της ταινίας και παρότι στην οθόνη εκτυλίσσεται ένα ενδιαφέρον θέμα, διαισθάνεσαι ότι η δράση κυλάει αργά απουσία κάποιας σκηνοθετικής στιβαρότητας. Συγκεκριμένα, παρότι η πρωταγωνίστρια προβαίνει σε διαδοχικές, ηρωϊκές πράξεις για να μας οδηγήσει στο φινάλε, ουδέποτε νιώθουμε κάποια κορύφωση ως θεατές.

Κλείνοντας, θα καταφύγω στον Ερνστ Λιούμπιτς και σε αυτό που οι ιστορικοί του κινηματογράφου ονόμασαν «άγγιγμα» του Λιούμπιτς για να προσδιορίσω όσο αυτό είναι δυνατόν το τι λείπει από μια –σε γενικές γραμμές- αξιοπρεπή ταινία. Η απουσία αυτού του «αγγίγματος», λοιπόν, αποτελεί το αίτιο που μπορεί να κάνει μια ταινία με σεναριακή και τεχνική αρτιότητα να μην είναι αξιομνημόνευτη.

Π. Ταγκ.

 
More Articles...