Από την Τελευταία Αποστολή της Φίνος Φιλμ και του Νίκου Τσιφόρου κύλησαν 65 χρόνια. Αυτό είναι το μακρύ ταξίδι του ελληνικού κινηματογράφου στις Κάννες. Ατέλειωτο, γεμάτο εκπλήξεις, που συμβαδίζει κυρίως με το μύθο των ελληνίδων σταρ, καθώς άπλωναν τα φτερά τους για διεθνή καριέρα.
Μεγάλες εποχές τότε. Η κοσμοπολίτικη περιοχή της Νότια Γαλλίας υποδεχόταν την Ειρήνη Παππά, τη Μελίνα Μερκούρη και την Έλλη Λαπέτη, συναρπαστικές, μυθικές γυναίκες που τάραξαν κυριολεκτικά τα νερά της Κρουαζέτ.
Κάποτε…Τότε που ξεπηδούσαν και διαμάντια από τον ταλαίπωρο εμπορικό κινηματογράφο του Φίνου και των συνοδοιπόρων του, κλεισμένο ερμητικά στην ελληνική επικράτεια. Τρία κατ’ εξοχήν διαφορετικά γυναικεία αρχέτυπα με ξεχωριστή προσωπικότητα και τη δική τους ιστορία στους ρόλους που δημιούργησαν.
Πίσω από την κάμερα ο Έλληνας Τζωρτζ Κιούκορ-Μιχάλης Κακογιάννης,ο κατ’ εξοχήν σκηνοθέτης των γυναικών. Μπορούμε να πούμε ότι στο Φεστιβάλ Καννών στα χρόνια του ’50 και του ‘60η ελληνική συμμετοχή είναι δεμένη με το Μιχάλη Κακογιάννη και τις μεγάλες ερμηνεύτριές του που απασχολούσαν την κριτική, το κοινό και τους φωτογράφους…Βεντέτες με διεθνή γοητεία, που δεν «έδεσαν» με το εμπορικό κύκλωμα της βιοτεχνίας του εγχώριου κινηματογράφου της εποχής εκείνης. Μπόρεσαν όμως να ξεχωρίσουν σε ένα φεστιβάλ προσωπικοτήτων και μεγάλων σταρ, εκεί που κυριάρχησε ο ερυθρός αριστοκράτης Λουκίνο Βισκόντι με το Γατόπαρδο, ο Μπουνιουέλ με τη Βιριδιάνα, ο Αντονιόνι με το Μπλόου απ και ο Φελλίνι έκανε τη Ντόλτσε Βίτα σήμα των Καννών. Αργότερα στα χρόνια του ’70 ξεκίνησε η περίοδος των δημιουργών στον ελληνικό κινηματογράφο. Άρχιζε η εποχή του Αγγελόπουλου, κυρίαρχη για μια εικοσαετία στο διεθνή χώρο, που εξαφάνισε τους σταρ της παραδοσιακής εποχής, μπροστά στην σκηνοθετική υπεροχή. Άρχιζε ένα μακρύ ταξίδι μέσα στη νύχτα για τους υπόλοιπους που εντάχθηκαν στο χώρο αυτό.
Το ξεκίνημα
Μάιος 1952: το φεστιβάλ βρίσκεται στον πέμπτο χρόνο και οι παπαράτσι της Κρουαζέτ ανακαλύπτουν την ελληνική ομορφιά που αναστατώνει το κοινό, ενώ ο Τύπος δε σταματάει να γράφει για την Ειρήνη Παππά, την πρωταγωνίστρια του Φίνου στη Νεκρή Πολιτεία. Για πρώτη φορά γίνεται θόρυβος για τον κινηματογράφο μας, που συναγωνίζεται σε διεθνές επίπεδο, ενώ η Αθήνα καίγεται κυριολεκτικά από τις ανταποκρίσεις σχετικά με το θρίαμβο της «Ελληνίδας Καρυάτιδος», όχι μόνο στην ταινία αλλά και την κοσμική ζωή.
Η Νεκρή Πολιτεία του Φρίξου Ηλιάδη, δραματική ιστορία βεντέτα, με φόντο τη βυζαντινή πολιτεία του Μυστρά και με πρωταγωνιστές εκτός από την ειρήνη Παππά, το Νίκο Τζόγια, το Γιώργο Φούντα, την Ελένη Ζαφειρίου, τη Χριστίνα Καλογερίκου, ήταν η δεύτερη ταινία της Φίνος Φιλμ που έφτασε στις Κάννες. Δύο χρόνια πριν ήταν η Τελευταία Αποστολή του Τσιφόρου που παραμένει η πρώτη επίσημη συμμετοχή του φεστιβάλ. Ένα αντιστασιακό δράμα που ενσωμάτωνε παράλληλα και το μύθο των Ατρειδών, πάνω στην αντιπαράθεση μιας σύγχρονης Ηλέκτρας και της Κλυταιμνήστρας, με την προδοσία του άντρα της στους Ναζί. Κόρη η νεαρή Σμαρούλα Γιούλη, πρώτη σταρ του Φίνου και μάνα η γνωστή ηθοποιός Μιράντα Μυράτ. Η ταινία προβλήθηκε αθόρυβα, χωρίς παρουσία συντελεστών, ύστερα από το τεράστιο σκάνδαλο στην Αθήνα λόγω θέματος ( η προδοσία της μάνας)και διακόπηκε η προβολή της.
Οι Κάννες βρίσκονταν τότε υπό την κυριαρχία των βαθύπλουτων Χαν, το κέντρο του τζετ σετ της εποχής. Ο πλέι μπόυ πρίγκηπας, Αλή Χαν, μόλις είχε χωρίσει από τη Ρίτα Χείγουορθ, ενώ η μητέρα του, Μπεγκούμ Αγά Χαν, συγκέντρωνε στη βίλα της, Γιακιμούρ, με τα θρυλικά πάρτυ, την αφρόκρεμα των Καννών. Τα φλερτ του Αλή Χαν στην Ειρήνη Παππά, οι φωτογραφίες τους σε δεξιώσεις, πυροδότησαν σχόλια που γέμιζαν καθημερινά τις αθηναϊκές εφημερίδες…Νόμιζε κανείς ότι αναμένόταν γάμος. Η Παππά έκανε πάντως το εντυπωσιακό ντεμπούτο με προδιαγραφές ξένης σταρ, γοήτευσε, συζητήθηκε, κυκλοφόρησε με χολυγουντιανές βεντέτες όπως η Υβόν Ντε Κάρλο, έφθασε στο Παρίσι σαν τιμώμενο πρόσωπο στο χορό των ¨μικρών λευκών κλινών», ένα μοναδικό κοσμικό γεγονός, φορώντας τουαλέτες του Ζαν Ντεσέ και έγινε εξώγυλλο στο Oggi. Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι έφυγε από το φεστιβάλ με συμβόλαιο για την Τσινετσιτά με την εταιρεία Λουξ.
Σε ένα χρόνο (1953) έφθασε στην Αθήνα και η πρώτη ξένη ταινία της η Ιρένε Πάπας δτο κοινωνικό δράμα Οι Άπιστες πλάι στη Λολομπρίτζιτα. Στο καστ η Σουηδέζα Μέι Μπριττ, η Άννα Μαρία Φερρέρο και η Μαρίνα Βλαντύ.
Η Στέλλα
1955: τρία χρόνια αργότερα. Στις Κάννες τραγουδούν Χατζιδάκι «Εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι», μιλούν συνέχεια για τον Κακογιάννη και αποθεώνουν μια ηθοποιό που μαγνητίζει τα πλήθη: η Μελίνα Μερκούρη και η Στέλλα είναι ένας συνδυασμός εκρηκτικός, που δεν αφήνει τίποτα όρθιο στο δρόμο του. Μια ερωτική ιστορία που κορυφώνεται με τον ήχο των μπουζουκιών. Μια ελεύθερη γυναίκα επαναστατεί σε κάθε λογής συμβατικότητα, παίρνοντας η ίδια τη μοίρα στα χέρια της. Η τραγουδίστρια των μπουζουκιών, που τραγουδά τον έρωτα και το θάνατο και ο ποδοσφαιριστής σε μια Αθήνα σιγονταρισμένη από τον Κακογιάννη, τον Τσαρούχη, τον Χατζιδάκι, τον Τσιτσάνη.
Η κριτική επιτροπή βρίσκεται σε δίλημμα για το βραβείο ερμηνείας. Μελίνα ή η Αμερικάνα Μπέτσι Μπλερ, πρωταγωνίστρια της ταινίας Μάρτυ, του Ντέλμπερτ Μανν. Η αμερικάνική ταινία κέρδισε τελικά το μεγάλο βραβείο, τον Χρυσό Φοίνικα. Όμως βραβείο ερμηνείας δε δόθηκε. Η Μελίνα παρ’ όλα αυτά ήταν η νικήτρια. Έφυγε από τις Κάννες με μια κούκλα-βραβείο από την Ιταλίδα ηθοποιό Ίζα Μιράντα, μέλος της κριτικής επιτροπής και στηριγμένη στο μπράτσο του Ζυλ Ντασσέν, τον άντρα της ζωής της, που γνώρισε χάρις στη Στέλλα. Θα γυρίσουν μαζί πέντε χρόνια αργότερα το Ποτέ την Κυριακή. Όσο για τον Κακογιάννη, άρχισε να γυρίζει πλέον τις ταινίες του για τις Κάννες. Τον επόμενο χρόνο ήταν πάλι εκεί, τη φορά αυτή με τη Λαμπέτη.
Έλλη Λαμπέτη
1956: Τρίτη μαγνητική ελληνίδα ηθοποιός στις Κάννες. Οι ξένοι δε σταματούν να εγκωμιάζουν τις Ελληνίδες σταρ που καλύπτουν όλη τη γυναικεία γκάμα. «Από μια χώρα με άγνωστο κινηματογράφο γνωρίσαμε τις πιο ωραίες και συναρπαστικές γυναίκες…»
Τη φορά αυτή ακούγεται ο θρήνος της Έλλης Λαμπέτη στο Κορίτσι με τα Μαύρα. Μια σύγχρονη μαυροφορεμένη Ηλέκτρα της Ύδρας, ζει το προσωπικό της δράμα αντιμέτωπη με ένα σκληρό, αδυσώπητο κόσμο της επαρχίας. Φορτισμένη από ένα μελοδραματισμό όλη αυτή η ιστορία συναντιέται εν τούτοις με καίριες καταστάσεις αλλά και χαρακτήρες της ελληνικής υπαίθρου σε ένα νησί, που θα άλλαζε η όψη του τα επόμενα χρόνια. Ηη ταινία άρεσε ιδιαίτερα και θεωρήθηκε από τις πιο σημαντικές του φεστιβάλ σε μια χρρονιά που ο Χρυσός Φοίνικας πήγε στον Κόσμο της Σιωπής του Κουστώ. Όσο για τη Λαμπέτη θεωρήθηκε αποκάλυψη του φεστιβάλ, «βγαλμένη από τη μεγάλη παράδοση του ελληνικού θεάτρου»
Μαίος 1958: Το Τελευταίο Ψέμμα στις Κάννες, ίσως η πιο μεγάλη στιγμή του Κακογιάννη αλλά και της Έλλης Λαμπέτη, γνώριμης πλέον από το Κορίτσι με τα Μαύρα, που εδώ όμως η ομορφιά της, η λαμπερή της παρουσία και η τεράστια εσωτερική της δύναμη, γοητεύουν ιδιαίτερα τους Άγγλους κριτικούς και θα την παρομοιάσουν με νέα Γκρέτα Γκάρμπο. «Είναι κρίμα αυτή η ποιότητα Γκάρμπο να χάνεται μέσα στον στεγνό χώρο του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Από την εποχή της Γκάρμπο ο φακός δεν ερωτεύτηκε τόσο μια πρωταγωνίστρια. Η κυρία Λαμπέτη έχει επιπλέον το πλεονέκτημα να είναι μια πολύ καλή ηθοποιός…» Ο Κακογιάννης δίνει με εξαιρετικό τρόπο μια μελέτη της μεγαλοαστικής κοινωνίας στο ξεψύχισμά της και η Λαμπέτη ερμηνεύει τη Χλόη, κόρη ξεπεσμένης αθηναϊκής οικογένειας, αδύναμη και κακομαθημένη, που αγωνίζεται να σώσει τα προσχήματα για λόγους αξιοπρέπειας.
Κυριαρχεί με όλο το είναι της, στην υπηρεσία του ρόλου: πρόσωπο, έκφραση, εσωτερικότητα και μια δύναμη που εκπέμπει το σώμα της…Η εμφάνισή της με τα μαύρα μακρυά μαλλιά και το άσπρο φόρεμα του Ζαν Ντεσσέ πέρασε στην ιστορία. Ταινία γυναικών με στοιχεία τραγωδίας το Τελευταίο Ψέμμα έδωσε την ευκαιρία για σπουδαίους ρόλους στην Ελένη Ζαφειρίου (υπηρέτρια). Ο Γιώργος Παππάς ήταν ο πατέρας και ο Μιχάλης Νικολινάκος ο άντρας που συγκίνησε την Χλόη.
Ήταν η χρονιά που βραβεύτηκε το «Όταν περνούν οι Γερανοί» με την Τατιάνα Σαμοήλοβα και η Λαμπέτη ήταν ανάμεσα στις διεθνείς σταρ: τη Σοφία Λόρεν, τη θορυβώδη Τζέιν Μάνσφιλντ με τους έξαλλους θαυμαστές τη Μαρία Σελ και Κλερ Μπλούμ των Αδελφών Καραμαζώφ. Λίγο πριν τελειώσει η δεκαετία, ένας νεαρός Έλληνας αρχίζει διεθνή καριέρα από τις Κάννες. Είναι ο Σπύρος Φωκάς που φτάνει με το Ματωμένο Ηλιοβασίλεμα του Αντρέα Λαμπρινού. Η ταινία φυσικά δεν άρεσε, άρεσε όμως ο πρωταγωνιστής που φωτογραφήθηκε σαν «ωραίος Έλληνας», βρίσκοντας σαν έπαθλο την αγκαλιά της αργόσχολης κοσμικής Λίντα Κρίστιαν, χήρας του Τάιρον Πάουερ, αλλά και ένα σπουδαίο ρόλο στο αριστούργημα του Λουκίνο Βισκόντι, Ο Ρόκο και τα’ αδέλφια του. Υποδήθηκε τον αδελφό του Αλαίν Ντελόν και γιο της Κατίνας Παξινού.
Το 1960 οι Κάννες τραγουδούν τα Παιδιά του Πειραιά, η Μελίνα στροβιλίζεται πλάι στον Ντασσέν στο μύθο της μεγάλης σταρ παίζοντας την Ίλια στο Ποτέ την Κυριακή, στα αχνάρια της Στέλλας, μοιράζεται το βραβείο ερμηνείας με τη Χαν Μορώ στο Μοντεράτε Καντάμπιλε και ξεσηκώνουν το φεστιβάλ χορεύοντας συρτάκι με το «δάσκαλο» Ζαμπέτα. Οι ξένοι τα είχαν χάσει κυριολεκτικά από το ελληνικό ταμπεραμέντο. Το Όσκαρ όμως το έχασε η Μαλίνα από τη Λιζ Τέιλορ στο χειρότερο ρόλο της, το φρικτό μελό Ζήσαμε στην Αμαρτία. Οι αιώνιες χολυγουντιανές σκοπιμότητες.
Το1962 είναι η χρονιά της Ηλέκτρας που άφησε εποχή. Ο Κακογιάννης συναντά τον Ευρυππίδη μέσα από βαθιά κινηματογραφική γνώση, την έξοχη φωτογραφία του Γουόλτερ Λασσάλυ και τη μουσική του Θεοδωράκη. Η Ειρήν Παππά ξαναγυρίζει δέκα χρόνια μετά την πρώτη παρουσία της στις Κάννες, συγκλονίζει κοινό και κριτική και αρχίζει νέο ξεκίνημα κοντά στον Κακογιάννη. Μαζί της η Αλέκα Κατσέλη είναι η εντυπωσιακή Κλυταιμνήστρα και ο Γιάννης Φέρτης ο Ορέστης. Η ταινία προκάλεσε θορυβο στοχεύοντας το μεγάλο βραβείο που την χρονιά εκείνη κέρδισε το Βραζιλιάνικο Τάμα του Ανσέλμο Ντουάρτε και συμμετείχαν ο Αντονιόνι με την Έκλειψη, ο Ρομπέρ Μπρεσσόν με τη Δίκη της Ζαν Ντ’ Αρκ, ο Πιέτρο Τζέρμι με το Διαζύγιο αλα Ιταλικά, ο Σίντνεϋ Λιουμέτ με το Μακρύ ταξίδι μέσα στη Νύχτα. Η Ηλέκτρα κέρδισε τρία βραβεία, ανάμεσά τους και Καλύτερης Κινηματογραφικής Μεταφοράς.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ακόμη γνωστούς σκηνοθέτες, όπως το Ντίνο Δημόπουλο και το Βασίλη Γεωργιάδη που έφθασαν στις Κάννες με τις δημοφιλέστερες ελληνίδες πρωταγωνίστριες. Την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τη Τζένη Καρέζη. Η πρώτη ήταν η Μανταλένα σε παραγωγή της Φίνος Φιλμ, μια «νεορεαλιστική» κομεντί γυρισμένη στην Αντίπαρο που η Αλίκη τραγουδά «Θάλασσα πλατεία» του Χατζιδάκι.
Η Τζένη Καρέζη έδωσε την εντυπωσιακή της παρουσία στα Κόκκινα Φανάρια, σαν ηρωίδα της Τρούμπας. Μια μεγάλη επιτυχία που είχε παράλληλη υποψηφιότητα στα ξενόγλωσσα Όσκαρ το 1963 (νικητής ήταν το 8 1/2 του Φελλίνι).
Και το μακρύ ταξίδι του ελληνικού κινηματογράφου συνεχίζεται επι της οθόνης…
|