Ημερολογιακό Αρχείο
< April 2024 >
Mon Tue Wed Thu Fri Sat Sun
1 2 3 4 5 6 7
8 9 10 11 12 13 14
15 16 17 18 19 20 21
22 23 24 25 26 27 28
29 30          

Σκηνοθεσία: Μενέλαος Καραμαγγιώλης, Σενάριο: Μενέλαος Καραμαγγιώλης, Νικόλας Πανουτσόπουλος, Μουσική: Χρήστος Δεληγιάννης, Φωτογραφία: Γιώργος Φρέντζος, Επαμεινώνδας Ζαφείρης, Πρωταγωνιστούν: Alban Ukaj, Στεφανία Γουλιώτη, Αργύρης Ξάφης, Διάρκεια: 142', Διανομή:

Η καινούρια ταινία του Μενέλαου Καραμαγγιώλη αφηγείται την οδύσσεια του J.A.C.E., ενός ανθρώπου που στερείται ταυτότητας, πατρίδας και οικογένειας. Η ιστορία του ξεκινά από το Αργυρόκαστρο της Αλβανίας δύο δεκαετίες πίσω, όπου βλέπει τον πατέρα του να δολοφονείται και τον ίδιο να γίνεται θύμα ενός κυκλώματος εκμετάλλευσης μεταναστών. Έκτοτε, η ζωή του θα είναι μια περιπλάνηση, μέσα σε γεγονότα και καταστάσεις που θα μπορούσαν να αποτελούν ένα ψηφιδωτό της σύγχρονης Ελλάδας. Θα βρει «άσυλο» στις εγκαταστάσεις ενός τσίρκου. Είναι εκεί όπου θα ταυτιστεί με τους ορφανούς και γι’ αυτό αποπροσανατολισμένους ελέφαντες (εξ ου και ο τίτλος της ταινίας Just Another Confused Elephant). Αυτοεξορισμένος στην σιωπή του, θα επιχειρήσει να βρει διαφυγή στον έρωτα και στο νήμα που τον συνδέει με το παρελθόν του.

Το πρώτο στοιχείο που μας κεντρίζει στο J.A.C.E. είναι η ιδιαιτερότητα  της αφήγησης της ταινίας. Ο αφηγηματικός χρόνος της ταινίας προσεγγίζει τις δύο δεκαετίες, καθώς εκτυλίσσεται μπροστά μας το κουβάρι της ιστορίας του πολύπαθου  J.A.C.E. από το ξεκίνημά της οδύσσειάς του. Πρόκειται για μια αφήγηση, οργανωμένη σε κεφάλαια ενός βιβλίου, που μας παραπέμπει σε έναν κινηματογράφο αλλοτινό ως προς την περιγραφή της ιστορίας. Μάλιστα, σε κάμποσα σημεία της ταινίας βλέπουμε μια κινηματογραφική αφηγηματική τεχνική που εισήγαγε λαμπρά κυρίως ο Θ. Αγγελόπουλος στο παγκόσμιο σινεμά με το Θίασο: Στην ίδια σεκάνς, ακόμη και στο ίδιο πλάνο, η συνέχεια του χρόνου διασπάται και περνάμε σε πρωθύστερα γεγονότα. Η ταινία αποτελεί, λοιπόν, ταυτόχρονα και μια αναδρομική ματιά της Ελλάδας των δύο τελευταίων δεκαετιών μέσα από τα μάτια του αινιγματικού J.A.C.E .  Ενός χαρακτήρα χωρίς ταυτότητα και μιλιά, ενός «Ξένου» που έχει για μόνο του στήριγμα τις λιγοστές παιδικές του αναμνήσεις. Και μέσω αυτού του χαρακτήρα, μπορούμε να προσδιορίσουμε την ταινία και ως μια ψυχολογική μελέτη πάνω στην συμπεριφορά του  J.A.C.E . Η Ιωάννα Καρυστιάνη είχε γράψει στα Σακιά πως: «Όσα δε λέγονται δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν κιόλας. Ο καθείς δίνει κι έναν αγώνα σιωπής.» Θεωρώ ότι η ταινία αποδίδει έξοχα τα παραπάνω λεγόμενα. Και εδώ φυσικά οφείλουμε να εξαίρουμε την ερμηνεία του  Alban Ukaj στον απαιτητικό, πρωταγωνιστικό ρόλο καθώς και τις υπόλοιπες αξιόλογες ερμηνείες, με ξεχωριστή κατά την γνώμη μου εκείνη του Ιερώνυμου Καλετσάνου.

Ακόμη, πρόκειται για μια ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα στιβαρή παραγωγή, ενώ διακρίνεται η πολύ συντονισμένη και αφοσιωμένη προσπάθεια στην κινηματογράφηση της ταινίας. Προϊούσης της ταινίας, παρατηρούμε μια πολύ δομημένη κινηματογράφηση, ένα ντεκουπάζ το οποίο αποπνέει έναν σταθερό και ήρεμο ρυθμό που αφουγκράζεται τον ευαίσθητο ψυχισμό των χαρακτήρων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικές οι ήρεμες κινήσεις της κάμερας σε «ανοιχτά» κάδρα εσωτερικών σκηνών, υπό ιδιαίτερο, υποβλητικό φωτισμό.

Στον αντίποδα, πιθανολογώ ότι η ταινία θα φανεί «δύσκολη» σε ένα μέρος του κοινού. Και τούτο, διότι αποκτούμε την εντύπωση ότι στην αφήγηση της ταινίας υπάρχουν πολλαπλά σημεία εστίασης. Ένα είναι η περιπλάνηση του J.A.C.E. από το Αργυρόκαστρο στην Ελλάδα, ένα δεύτερο οι μέρες του στο τσίρκο και όλες οι συγκρουσιακές του συναντήσεις. Το γεγονός ότι η ιστορία του J.A.C.E. θα μπορούσε κάλλιστα να αναπτυχθεί σε παραπάνω από μία ταινίες απαιτεί τη διαρκή συγκέντρωση και αφοσίωση του θεατή.

Συνοψίζοντας, αισθάνομαι ότι το J.A.C.E. του Μ. Καραμαγγιώλη, μια ταινία που μοιράζεται ανάμεσα στην εσωστρεφή ματιά της και τον κοινωνικό προβληματισμό, είναι μια αξιόλογη προσπάθεια που έχει να μας εκφράσει μια άποψη και αρκετοί από τους θεατές της θα βρουν μια προσωπική «σύνδεσή» τους με την ταινία.

Π. Ταγκ.

 

Πέμπτη 8/11 στις 21:00 @ Exile Room

DARK DAYS του Marc Singer (2000) 94’

Μακριά από τα αδιάκριτα και επικριτικά βλέμματα των περαστικών, μια χούφτα αστέγων και περιθωριακών έχουν επιλέξει να χτίσουν το δικό τους κόσμο στις αθέατες στοές του νεοϋορκέζικου Μετρό, κάτω από επικίνδυνες συνθήκες και απόλυτο σκοτάδι. Οι αυτοσχέδιες κατοικίες και οι σπαρακτικές ιστορίες τους συνθέτουν ένα αδιανόητο, παράλληλο σύμπαν στα σπλάχνα της αστραφτερής μητρόπολης. Με τους ίδιους τους κατοίκους αυτής της υπόγειας κοινότητας να αποτελούν το ανορθόδοξο συνεργείο και τον DJ Shadow να υπογράφει το ατμοσφαιρικό σάουντρακ, η μοναδική έως τώρα σκηνοθετική απόπειρα του Marc Singer αποτυπώνει σε επιβλητικό ασπρόμαυρο φιλμ 16mm κάθε πτυχή της ζωής τους. Μια θρυλική ταινία που κατέχει ήδη ξεχωριστή θέση στην ιστορία του αμερικανικού ντοκιμαντέρ. Διόλου τυχαία, τη διανομή έχει αναλάβει η Oscilloscope Laboratories, η εταιρεία που είχε ιδρύσει ο Adam Yauch των Beastie Boys. R.I.P.
Είσοδος Ελεύθερη  / Με Αγγλικούς Υπότιτλους
Με την ευγενική υποστήριξη της Πρεσβείας των Η.Π.Α. στην Αθήνα


Πέμπτη 22/10 στις 21:00 @ Exile Room

POSITION AMONG THE STARS του Leonard Retel Helmrich (2010) 115'

Μια ιστορία επιβίωσης στα στενά της Τζακάρτα, μιας από τις μεγαλύτερες και πιο χαοτικές πόλεις στον κόσμο, μετατρέπεται σε μια φαντασμαγορική σαπουνόπερα στα χέρια του Ολλανδο-ινδονήσιου σκηνοθέτη Leonard Retel Helmrich, ο οποίος επιμένει να καταγράφει τις περιπέτειες της οικογένειας Sjamsuddin εδώ και 10 χρόνια! Η κατακλείδα αυτής της απίθανης saga βρίσκει το μεγάλο γιο σε ρόλο άτυπου περιφερειακού διοικητή, μόνο που οι προσπάθειές του να εκπροσωπήσει έντιμα τα συμφέροντα της γειτονιάς υπονομέυονται από την αδυναμία του για τα σιαμέζικα ψάρια, που εκτρέφει ειδικά για παράνομες ψαρομαχίες! Τα πράγματα παίρνουν δραματική τροπή όταν η γυναίκα του ανακαλύπτει ότι έχει γεμίσει τα αυτοσχέδιά ενυδρία του με τον αγιασμό της και, αποφασισμένη να εκδικηθεί, τα σερβίρει τηγανητά στο υπαίθριο μαγαζί της! Κάτοχος του μεγάλου βραβείου στο IDFA, το Position Among the Stars ισορροπεί ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα απεικονίζοντας μια μικρή ζωή σε μια μεγάλη πόλη καθώς η Ινδονησία βυθίζεται στη διαφθορά.
Είσοδος Ελεύθερη / Με Αγγλικούς Υπότιτλους



Πέμπτη 29/11 στις 21:00 @ Exile Room

THE INTERRUPTERS του Steve James (2011), 125’

Αν ο πόλεμος των συμμοριών είναι κάτι που έχετε συνηθίσει να βλέπετε σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές μυθοπλασίας, ετοιμαστείτε για την ανατριχιαστική πραγματικότητα που έχει μετατρέψει τους δρόμους του Σικάγο σε πεδίο μάχης. Πρωταγωνιστές αυτή τη φορά είναι αφανείς ήρωες που έχουν θέσει σκοπό της ζωής τους να «διακόπτουν» εν τη γενέσει της την παράλογη βία που μαστίζει τις κακόφημες γειτονιές με διαστάσεις ανεξέλεγκτης επιδημίας. Πρώην μέλη συμμοριών, που γνωρίζουν από πρώτο χέρι την ψυχολογία του φόβου, παρεμβαίνουν στις καθημερινές συμπλοκές με μοναδικό όπλο τις λέξεις. Ο σκηνοθέτης του αριστουργηματικού Hoop Dreams παρακολούθησε τη δράση τους για έναν ολόκληρο χρόνο και το αποτέλεσμα είναι ένα αστικό έπος που κάνει το The Wire να μοιάζει με ανώδυνο sitcom.
Με την ευγενική υποστήριξη της Πρεσβείας των Η.Π.Α. στην Αθήνα
Είσοδος Ελεύθερη Με Ελληνικούς Υπότιτλους

Exile Room: Αθηνάς 12, 3ος όροφος, απέναντι από τη στάση ΜΕΤΡΟ Μοναστηράκι (τηλ 210 3223395)

Αδάμ Αδαμόπουλος

 

Σκηνοθεσία: Kim Nguyen, Σενάριο: Kim Nguyen, Φωτογραφία: Nicholas Bolduc, Πρωταγωνιστούν:  Rachel Mwanza, alain Lino Mic Eli Bastien, Serge Kanyinda, Διάρκεια: 90', Διανόμή: Rachel Mwanza, Serge Kanyinda, Mizinga Mwinga


Το σύγχρονο δράμα των χωρών της Αφρικής παρουσιασμένο μέσα από τα μάτια μιας δωδεκάχρονης κοπέλας που απάγεται από αντάρτες, αναγκάζεται από αυτούς να σκοτώσει τους γονείς και στη συνέχεια στρατολογείται στις τάξεις των ανταρτικών δυνάμεων, για να δημιουργηθεί στη συνέχεια ένας μύθος γύρω από το πρόσωπό της, που θα την ανακηρύξουν ως «μάγισσα του πολέμου», καθώς οι νεκροί γονείς της επιστρέφουν τακτικά υπό μορφή φαντασμάτων στα οράματά της και τη βοηθούν στη διεξαγωγή των μαχών με τα κυβερνητικά στρατεύματα. Η συνεχής εμπόλεμη κατάσταση και οι διαρκείς, ατελείωτοι, χωρίς διέξοδο και προοπτική εμφύλιοι πόλεμοι των διαφόρων εθνοτήτων και φυλών της Αφρικής, οι τραγικές συνθήκες ζωής, η έλλειψη στοιχειωδών υποδομών παιδείας, πρόνοιας και περίθαλψής, ο πανταχού παρόν νόμος των καλάσνικωφ και παράλληλα οι οικογενειακοί και προσωπικοί δεσμοί , όλα αυτά τα στοιχεία εμπλέκονται αριστουργηματικά σε ζωντανά κινηματογραφικά πλάνα μαζί με ξεχωριστούς, ιδιαίτερους αφρικανικούς μουσικούς ήχους και τραγούδια, και ένα λυτρωτικό, ανθρώπινο και αισιόδοξο φινάλε. Η καναδική υποψηφιότητα για το φετινό Βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Αδάμ Αδαμόπουλος


 

Σκηνοθεσία : Boudewijn Koole, Σενάριο: Jolein Laarmar, Φωτογραφία: Daniel Bouquet, Μουσική: Helge Slikker, Πρωταγωνιστούν: Rick Lens, Loek Peters, Cahit Olmez, Διάρκεια: 81', Διανομή: Rick Lens, Loek Peters, Cahit Ölmez


Σε πρώτο πλάνο, η ιδιότυπη σχέση ενός δεκάχρονου αγοριού, του Γιόγιο, με μια μικρή καλιακούδα που βρίσκει τυχαία στο δάσος, πεσμένη κάτω από τη φωλιά της και αποφασίζει αρχικά να την περιθάλψει και στη συνέχεια να την κρατήσει σαν κάποιου είδους κατοικίδιο. Στην προσπάθειά του αυτή, όμως υπάρχουν διάφορα εμπόδια, με πρώτο και κύριο την αντίδραση του πατέρα του στην ύπαρξη οποιουδήποτε κατοικίδιου εντός του σπιτιού. Ενός πατέρα απόμακρού, εχθρικού και κάποιες φορές βίαιου προς τον Γιόγιο. Το παιδί δεν το βάζει κάτω, καταφέρνει να προσφέρει στέγη και τροφή στο μικρό πτηνό και να αναπτύξει μαζί του μια σχέση μοναδική, κρυφά από τον πατέρα του, με τον οποίο οι σχέσεις τους θα οδηγηθούν σε ανοικτή σύγκρουση. Μαζί με όλα αυτά και οι πρώτες ανησυχίες της ηλικίας του, η έλλειψη της μητέρας του της οποίας την (παντοτινή) απουσία δεν μπορεί να δεχθεί, («δύσκολοι αποχαιρετισμοί: η μαμά μου», θα μπορούσαμε να πούμε), αλλά και οι πρώτες απόπειρες προσέγγισης με μια συμμαθήτριά του. Οι προσπάθειες του Γιόγιο για επαφή και κοινωνικοποίηση βρίσκουν τελικά τη διέξοδό τους μέσα από τη σχέση του με την καλιακούδα και τη μεταστροφή της συμπεριφοράς του πατέρα του, Μια πολύ όμορφη, σχεδόν λυρική ταινία για την παιδικώ αθωότητα των δεκάχρονων, που τόσο έντονα αποτυπώνεται στο βλέμμα και τις κινήσεις του νεαρού πρωταγωνιστή, για την ανάγκη προσαρμογής και κοινωνικότητας μέσα από την παιδικότητα της ηλικίας, για τη σχέση πατέρα – γιού, αλλά και την έλλειψη της μητρικής παρουσίας. Δοσμένη με ήρεμους τόνους, χωρίς να λείπουν οι δραματουργικές κορυφώσεις και η απρόσμενη ανατροπή προς το τέλος της ταινίας, με ζωντανά χρώματα, καλή μουσική, και πολύ προσεγμένα και κάποιες φορές πολύ εμπνευσμένα κάδρα, η ταινία καταφέρνει να αναδείξει στο έπακρο τα ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται μεταφέροντας μια γλυκόπικρη αίσθηση. Ιδιαίτερη μνεία ασφαλώς στην παρουσία της μικρής καλιακούδας, η οποία «ερμηνεύει» το δικό της ρόλο με μια παρουσία απολύτως φυσική. Η ολλανδική υποψηφιότητα για το φετινό Βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Αδάμ Αδαμόπουλος

 

Σκηνοθεσία: Oliver Stone, Σενάριο: Shane Salerno, Don Winslow, Φωτογραφία: Daniel Mindel, Μουσική: Adam Peters, Πρωταγωνιστούν: Blake Lively, Taylor Kitsch, John Travolta, Aaron Taylor-Johnson, Benicio Del Toro, Salma Hayek, Διάρκεια: 131', Διανομή:


Ο Μπεν, ένας φιλήσυχος καλλιεργητής μαριχουάνα και ο φίλος του, Τσον, πρώην πεζοναύτης του αμερικάνικου στρατού, δραστηριοποιούνται τοπικά στην παραγωγή και διακίνηση μαριχουάνας, κάνοντας όνομα για το εξαιρετικό προϊόν τους. Επίσης, δημιουργούν ένα ιδανικό ερωτικό τρίγωνο με την Οφηλία. Η ζωή στην πόλη της Νότιας Καλιφόρνιας όπου ζουν κυλά εξαίσια, ώσπου το μεξικάνικο καρτέλ της Μπάχα αποφασίζει να μπει στην αγορά και ζητά την συνεργασία μαζί τους. Η αδίστακτη επικεφαλής του καρτέλ, Έλενα και το «πρωτοπαλίκαρό» της, Λάντο, έρχονται αντιμέτωποι με τους πολύ ισχυρούς δεσμούς που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ των τριών ατόμων, που συνεπικουρούνται από τον διεφθαρμένο αστυνομικό πράκτορα Ντένις. Η σύγκρουση μεταξύ τους κλιμακώνεται με ολέθρια αποτελέσματα…

«Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο…» λέει το γνωστό άσμα και αυτή ήταν η πρώτη απάντηση στα δυσοίωνα προμηνύματα που συνόδευαν την ταινία πριν την προβολή της. Όσο και αν η καριέρα του Όλιβερ Στόουν αγναντεύει το ηλιοβασίλεμα, δεν μπορείς να αγνοήσεις τον άνθρωπο που με την ευαισθησία του χάρισε σπουδαίες στιγμές στην ιστορία του σύγχρονου αμερικάνικου κινηματογράφου. Μετά την προβολής, όμως, προσπαθείς επί ματαίω να βρεις εκείνο τον σφιχτό κινηματογραφικό ρυθμό, τα εικαστικά κάδρα, εκείνο το «οξύ» κατηγορώ που ανέδειξαν τον Στόουν. Αντιθέτως, η ταινία κυλάει αργά. Παρουσιάζει άπειρα καρέ ειδεχθούς βίας χωρίς αυτή να προσδίδει κάτι στην προβληματική της και αναπτύσσει ελλειματικώς τις προθέσεις και τα κίνητρα των χαρακτήρων με αποτέλεσμα αυτοί να φαντάζουν στα μάτια του θεατή περισσότερο ως καρικατούρες. Κυρίως, όμως, εκπλήσσεσαι πώς ο σκηνοθέτης που έχει σοκάρει με ταινίες όπως το «Platoon»,  «Wall Street» ή «Γεννημένος την 4η  Ιουλίου» μπορεί να κάνει μια ταινία τόσο αποτραβηγμένη σε περιοχόμενο και φόρμα από τα τεκταινόμενα της εποχής.

Συνοψίζοντας, δεν ισχυριζόμαστε ότι το «Savages» είναι μια απαράδεκτα κακή ταινία. Αντιθέτως, σίγουρα θα υπάρξει ένα κοινό που θα πάει να τη δει για την ιδιαίτερη «αγριότητά» της και για την αρτιότητα στην παραγωγή της. Δεν παύει όμως να αποτελεί ένα αρκετά μέτριο σημείο στη λαμπρή φιλμογραφία του Ο. Στόουν και από μια πιο αυστηρή σκοπιά, η ένδειξη πως μάλλον «τελειώνουν τα ψωμιά του».

Π. Ταγκ.

 
More Articles...